Translate

Real time visitors

Συνολικές προβολές σελίδας

7/30/2021

Η «Άγρια Μέλισσα» είναι δικηγόρος-αρθρογράφος Βιασμοί: Η τραγωδία και η επερχόμενη «κάθαρση» (που αναζητείται…)

 

Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα ακροατήρια στις υποθέσεις Λιγνάδη και Φιλιππίδη θα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί εκεί πλέον θα φανεί και το τεράστιο κενό που υπάρχει στις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα για το έγκλημα του βιασμού

Το 1962 ο Μάνος Χατζιδάκις συνέθεσε το τραγούδι με τίτλο «Ηθοποιός», το οποίο ερμήνευσε ο Δημήτρης Χορν στο θεατρικό έργο «Οδός Ονείρων» το ίδιο έτος.

«Ηθοποιός σημαίνει φως. Είναι καημός πολύ πικρός και στεναγμός πολύ μικρός. … Ηθοποιός είτε μωρός είτε σοφός είμαι κι εγώ, καθώς κι εσύ είσαι παιδί, που καρτερεί κάτι να δει. Πιες το κρασί, στάλα χρυσή απ’ την ψυχή ως την ψυχή».

Και ενώ στην Ελλάδα του 1962, μέσα στον πολιτικό αναβρασμό, η τέχνη έβγαινε μπροστά και οι υπηρετούντες αυτή αποτύπωναν σε στίχους και τραγούδια το νόημα του να είναι κανείς ηθοποιός, ερχόμαστε στην Ελλάδα του 2021, σε καιρό ειρήνης, αλλά φόβου και αγωνίας για το άγνωστο εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού, όπου ο θαυμάσιος και φωτεινός κόσμος της τέχνης σκοτεινιάζει και συγκλονίζει την κοινή γνώμη και δυστυχώς όχι με την καλή της λέξης έννοια.

Ο Δημήτρης Λιγνάδης, λένε, κατηγορείται για βιασμούς ανηλίκων αγοριών – ο Πέτρος Φιλιππίδης, λένε, κατηγορείται για βιασμούς γυναικών συναδέλφων του! Σοκ στο πανελλήνιο και μία κουβέντα ακούγεται μόνο: «Μα πώς είναι δυνατόν; Αυτοί οι “άριστοι” να κάνουν τέτοια πράγματα;» Mία πραγματική τραγωδία άρχισε περί τον Φεβρουάριο του 2021 να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Δύο είναι οι τραγικοί ήρωες:

Ο Δημήτρης Λιγνάδης, ηθοποιός και θεατρικός συγγραφέας, απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου. Διετέλεσε διευθυντής της Νέας Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, αναπληρωτής διευθυντής στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, καλλιτεχνικός διευθυντής στο Θέατρο Πάνθεον την περίοδο 2014-15, καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου από τον Αύγουστο του 2019 έως την παραίτησή του στις 6 Φεβρουάριου 2021. Και ο Πέτρος Φιλιππίδης, ηθοποιός, θιασάρχης και σκηνοθέτης, απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης «Κάρολος Κουν» με σπουδές στο Ωδείο Αθηνών. Εξαιρετικά λαοφιλής, με όνομα ταυτόσημο με τη χαρά, το γέλιο και το αστείρευτο ταλέντο που προσομοίαζε με αυτό των παλαιών κωμικών μας ηθοποιών. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 2021.

Και όμως! Τα είδωλα αποκαθηλώθηκαν, οι βασιλιάδες έπεσαν από τον θρόνο τους και ο θόρυβος της πτώσης ήταν πάρα πολύ δυνατός. Οι όμορφες μάσκες του θεάτρου έπεσαν, τα πρόσωπα έμειναν ακάλυπτα, οι προβολείς όμως έμειναν σταθερά στραμμένοι πάνω τους.

Κατόπιν μηνύσεων και καταγγελιών, ο Λιγνάδης οδηγήθηκε ενώπιον της 19ης τακτικής ανακρίτριας απολογούμενος για την τέλεση του κακουργήματος του βιασμού ανηλίκων κατά συρροή και κρίθηκε προφυλακιστέος λόγω «επαναλαμβανόμενης συμπεριφοράς και σταθερής εγκληματικής ροπής του κατηγορουμένου στην τέλεση συναφών αδικημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας». Σήμερα δε ο προφυλακισθείς Λιγνάδης βρίσκεται αντιμέτωπος με δύο νέες κατηγορίες βιασμού που απαγγέλθηκαν σε βάρος του μετά από εισαγγελική έρευνα με αφορμή ισάριθμες καταγγελίες.

Επί της νέας ποινικής δίωξης που ασκήθηκε σε βάρος του αποφασίστηκε η μη εκ νέου προφυλάκισή του με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, το οποίο επέλυσε τη διαφωνία μεταξύ εισαγγελέα και ανακρίτριας. Κατά του βουλεύματος αυτού ωστόσο ασκήθηκε έφεση από την Εισαγγελία Εφετών, οπότε το ζήτημα της εκ νέου προφυλάκισης του Λιγνάδη θα κριθεί εκ νέου. Η τυχόν απόφαση του Συμβουλίου Εφετών Αθήνας που θα κρίνει επί της εφέσεως κατά του πρωτόδικου βουλεύματος θα κρίνει εάν ο Λιγνάδης θα παραμείνει προφυλακισμένος για 18 μήνες ή για 24 μήνες.

Κατόπιν καταγγελιών από τρεις ηθοποιούς, την Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους, την Πηνελόπη Αναστασοπούλου και τη Λένα Δροσάκη  σε βάρος του Πέτρου Φιλιππίδη, για ασελγείς πράξεις, λεκτική βία και προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, ξεκίνησε εισαγγελική έρευνα. Αν και οι επώνυμες αυτές καταγγελίες δεν ήταν αρκετές για να κινηθεί ποινική δίωξη σε βάρος του δημοφιλούς ηθοποιού και σκηνοθέτη, λόγω παραγραφής του αξιόποινου των πράξεων που περιέγραφαν, αποτέλεσαν όμως την αφορμή να κατατεθούν τρεις νέες καταγγελίες σε βάρος του Φιλιππίδη, όπου με την πρώτη αποδίδεται σε αυτόν η κατηγορία του βιασμού και δύο απόπειρες βιασμού, και με τις άλλες δύο αποδίδεται σε αυτόν η κατηγορία της απόπειρας βιασμού.

Ο Φιλιππίδης οδηγήθηκε στις 28-7-2021 ενώπιον της 15ης τακτικής ανακρίτριας, απολογούμενος για τη διάπραξη των κακουργημάτων του βιασμού σε βάρος μίας γυναίκας το 2008 και της απόπειρας βιασμού σε βάρος άλλων δύο γυναικών το 2010 και το 2014. Με σύμφωνη γνώμη ανακρίτριας και εισαγγελέα, ο Φιλιππίδης κρίθηκε προφυλακιστέος ως ύποπτος τέλεσης νέων αδικημάτων, λόγω της μακράς περιόδου δράσης του, της σκληρότητας που επιδείκνυε κατά τη διάρκεια τέλεσης των πράξεων και της κατάχρησης της κυριαρχικής θέσης του σε σχέση με τα θύματά του.

Πλέον ο Λιγνάδης και ο Φιλιππίδης θα προαυλίζονται μαζί στις φυλακές Τρίπολης, μαζί με άλλους κρατούμενους για βιασμούς ανηλίκων και ενηλίκων. Μαζί τους είναι ο ιερέας από τη Μάνη που καταδικάστηκε για τον βιασμό της 12χρονης κόρης της συντρόφου του, ο καθηγητής της μουσικής ο οποίος κατηγορείται ότι ασελγούσε σε ανήλικες μαθήτριές του στο ωδείο, ο «παιδεραστής με το βαν» ο οποίος εκτίει ποινή κάθειρξης 26 ετών, αλλά και ο «δράκος του Αμαρουσίου» που εκτίει ποινή κάθειρξης 16 ετών.

Tο τι θα προκύψει στην πορεία και πώς θα εξελιχθούν οι υποθέσεις αυτές σε δικαστηριακό επίπεδο είναι άλλου παπά ευαγγέλιο, καθώς πλέον τα αρμόδια δικαστήρια για να στηρίξουν την απόφασή τους χρειάζονται αποδείξεις και όχι ενδείξεις

Το παράδοξο, ωστόσο, είναι ότι το κοινό αντέδρασε διαφορετικά στην περίπτωση των «επωνύμων» και διαφορετικά στην περίπτωση των λοιπών, αν και όλοι κατηγορούνται για το ίδιο βασικό αδίκημα, αυτό του βιασμού και τις όποιες επιμέρους επιβαρυντικές περιστάσεις για τον καθένα. Για τον ιερέα και τον καθηγητή, για παράδειγμα, η κοινή γνώμη τους κατακεραύνωσε, κάτι το οποίο δεν συνέβη όμως με τον Λιγνάδη και τον Φιλιππίδη. Στις δύο αυτές περιπτώσεις ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης στράφηκε κατά των θυμάτων με απόψεις του τύπου «τώρα το θυμήθηκαν;», «μα καλά δεν ήξεραν ότι συμβαίνουν αυτά;» «αποκλείεται, θα τους προκάλεσαν», «θέλουν να τους εκθέσουν και να τους καταστρέψουν». Ακριβώς όπως ο Αριστοτέλης περιέγραψε στον ορισμό που έδωσε για την τραγωδία στην «Ποιητική» του.

Είπε λοιπόν ο Αριστοτέλης (σε ελεύθερη μετάφραση) ότι η τραγωδία διεγείρει στην ψυχή των θεατών τον έλεο και τον φόβο. Οι θεατές, με άλλα λόγια, παρακολουθώντας τον ήρωα να πάσχει, που έχει κατά κανόνα υψηλά και ευγενή αισθήματα, αλλά συντρίβεται από κάποια κληρονομική ενοχή ή από κάποια ύβρη ή αμαρτία, νιώθουν ζωηρή συμπάθεια προς αυτόν και βαθιά ανησυχία για την τύχη του. Έτσι και στην περίπτωση αυτή, κάποιοι –έστω και λίγοι– συμπόνεσαν τους θύτες, σαν να επρόκειτο για άτομα στενά συνδεόμενα με αυτούς και ασυνείδητα προσπάθησαν να τους υπερασπιστούν.

Το θέμα όμως, σε αυτή την τραγωδία που ακόμα εξελίσσεται, είναι ότι χωρίς τα φώτα της δημοσιότητας οι διαπράττοντες εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας έχουν ταυτόσημα στοιχεία στον χαρακτήρα και τον τρόπο δράσης τους. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα διδάγματα της εγκληματολογίας, όσοι διαπράττουν τέτοιου είδους εγκλήματα πράττουν συνειδητά, γνωρίζοντας επακριβώς τι κάνουν, αναζητούν και έλκονται από την ιδέα της άσκησης κυριαρχίας, συνήθως αναζητούν θύματα που θεωρούν πιο αδύναμα από αυτούς είτε πρόσωπα που θεωρούν ότι μπορούν να υποτάξουν ή και που θέλουν να ταπεινώσουν, ώστε να τροφοδοτήσουν τα αισθήματα κατωτερότητας από τα οποία διακατέχονται, έχουν μία πολύ περιορισμένη ή και καμία ακόμα ικανότητα στην ενσυναίσθηση και ποτέ δεν σκέφτονται τις συνέπειες των πράξεών τους, αν δηλαδή θα μπορούσαν να κατηγορηθούν πόσω μάλλον να τιμωρηθούν και φυλακιστούν.

Οι παραπάνω παραδοχές της εγκληματολογίας εξάλλου επιβεβαιώθηκαν με βάση τα πορίσματα ανακριτή και εισαγγελέα τόσο στην περίπτωση του Λιγνάδη όσο και στην περίπτωση του Φιλιππίδη και για τον λόγο αυτό κρίθηκαν προφυλακιστέοι αμφότεροι.

Ειδικότερα, για τον Λιγνάδη το ένταλμα προσωρινής κράτησης αναφέρει ότι «εκμεταλλευόταν, αφενός, τη δική του κοινωνική αναγνώριση και επαγγελματική καταξίωση, αφετέρου την επιθυμία των παθόντων για κοινωνική αναβάθμιση και ενασχόληση με τον χώρο του θεάματος», κάνει λόγο για την «αδιάλειπτη επιθυμία του για ικανοποίηση, της γενετήσιας ορμής του με ανήλικα, κυρίως άρρενα, άτομα, αδιαφορώντας για το ενδεχόμενο προσβολής της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς τους και της γενετήσιας ελευθερίας του», και καταλήγει στο ότι «Καταδεικνύεται η σαφής εξακολουθητική εγκληματική ροπή του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του κατηγορούμενου, για τον λόγο δε αυτό, κρίνεται ότι δεν καθίσταται επαρκής η επιβολή σε αυτόν, του περιοριστικού όρου του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, για την αποτροπή του από την τέλεση νέων αδικημάτων».

Ομοίως, για τον Φιλιππίδη το ένταλμα προσωρινής κράτησης αναφέρει ότι πρόκειται για άνθρωπο που επέδειξε επί σειρά ετών δράση από τη θέση του ισχυρού, καθώς και ότι προχωρούσε στις πράξεις σε βάρος των θυμάτων του ασκώντας εξουσία και με ιδιαίτερη σκληρότητα, καθώς ενώ τα θύματά του αντιστέκονταν εκείνος δεν κάμφθηκε συνεχίζοντας την επίθεση εναντίον τους. Και ας μην ξεχνάμε και την ατάκα του Φιλιππίδη μετά την έκδοση της απόφασης για την προφυλάκισή του, η οποία φαίνεται πως ήταν «Δεν το πιστεύω, δεν το περίμενα αυτό που κάνατε, δεν είναι δυνατόν…». Δυστυχώς για εσάς, κύριε Φιλιππίδη, και κάθε κύριε Φιλιππίδη, όλοι είναι ίσοι απέναντι στον νόμο και ο καθένας όπως στρώσει θα κοιμηθεί αργά ή γρήγορα.

Βέβαια, το τι θα προκύψει στην πορεία και πώς θα εξελιχθούν οι υποθέσεις αυτές σε δικαστηριακό επίπεδο είναι άλλου παπά ευαγγέλιο, καθώς πλέον τα αρμόδια δικαστήρια για να στηρίξουν την απόφασή τους χρειάζονται αποδείξεις και όχι ενδείξεις, οι οποίες αρκούν στον στάδιο της ανάκρισης, το οποίο και ολοκληρώθηκε με την προφυλάκιση των δύο κατηγορουμένων. Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα ακροατήρια αυτά θα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί εκεί πλέον θα φανεί και το τεράστιο κενό που υπάρχει στις διατάξεις του ποινικού κώδικα για το έγκλημα του βιασμού.

Σύμφωνα, λοιπόν με την ισχύουσα διάταξη του άρθρου 336 ΠΚ «1. Όποιος με σωματική βία ή με απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας εξαναγκάζει άλλον σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών. 2. Γενετήσια πράξη είναι η συνουσία και οι ίσης βαρύτητας με αυτήν πράξεις. 3. Αν η πράξη της παραγράφου 1 έγινε από δύο ή περισσότερους δράστες που ενεργούσαν από κοινού ή είχε ως συνέπεια τον θάνατο του παθόντος, επιβάλλεται κάθειρξη ισόβια ή πρόσκαιρη τουλάχιστον δέκα ετών. 4. Όποιος, εκτός από την περίπτωση της παραγράφου 1, επιχειρεί γενετήσια πράξη χωρίς τη συναίνεση του παθόντος, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη».

Τα ζητήματα που τίθενται λοιπόν ως προς τη στοιχειοθέτηση του συγκεκριμένου αδικήματος είναι: α) η δυσκολία απόδειξης της πράξης του βιασμού, καθώς συνήθως στον τόπο τέλεσης του αδικήματος δεν υπάρχουν μάρτυρες πέραν του θύτη και του θύματος, και δεδομένου ότι στο ποινικό δίκαιο ισχύει η αρχή της αθώωσης του κατηγορουμένου σε περίπτωση ύπαρξης αμφιβολιών για την ενοχή του, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδειχθεί είτε η τετελεσμένη πράξη του βιασμού είτε η απόπειρα, β) η δυσκολία της απόδειξης της μη ύπαρξης συναίνεσης από την πλευρά του θύματος, καθώς συνήθως ο δράστης ισχυρίζεται είτε ότι το θύμα συναίνεσε είτε ότι εν πάση περιπτώσει δεν αντιστάθηκε, και γ) η έκθεση του θύματος σε απεριόριστες ερωτήσεις σχετικά με το παρελθόν του, τις σχέσεις του, την εν γένει προσωπική και επαγγελματική ζωή και συμπεριφορά του και o εντός και εκτός εισαγωγικών εξευτελισμός του.

Μετά την εξέλιξη των υποθέσεων αυτών, η πολιτεία αποφάσισε ότι πρέπει να ενσκήψει έτι περαιτέρω στο ζήτημα της αυστηροποίησης της ποινικής μεταχείρισης των βιαστών προκειμένου να αποτρέπονται οι επίδοξοι δράστες από την τέλεση του εγκλήματος του βιασμού.

Όμως το ερώτημα που ανακύπτει είναι εάν πράγματι η αυστηρότερη ποινική μεταχείριση είναι η λύση στα συνεχώς αυξανόμενα περιστατικά βιασμών και σεξουαλικών παρενοχλήσεων. Εξάλλου, η επίταση του ποινικού «εκφοβισμού» παράλληλα στοχοποιεί ακόμα περισσότερο τα θύματα των βιασμών, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, καθώς με τον τρόπο αυτό απλά αναδεικνύεται ακόμα περισσότερο η «υποδεέστερη» θέση του έναντι των δραστών και η ανάγκη των θυμάτων να εξαρτώνται από την αστυνομία ή τους δικαστές. Συνεπώς, αντί η πολιτεία να αναζητά τρόπους για να παραμένουν για περισσότερο χρόνο στη φυλακή οι δράστες, θα έπρεπε να αναζητήσει τρόπους αφενός για να καταδικάζονται οι δράστες και αφετέρου για να ελαχιστοποιηθούν τα φαινόμενα αυτά. Θα έπρεπε να ορίσει αντικειμενικά κριτήρια που να προσδιορίζουν τη «συναίνεση» του θύματος, θα έπρεπε να παρέχει στα θύματα σεξουαλικών εγκλημάτων δικλείδες ασφαλείας για να προστατευθεί η προσωπικότητά τους και να μη φοβούνται να μιλήσουν, θα έπρεπε να οργανώσει εκστρατείες για την ενημέρωση των πολιτών και τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Η λύση δεν είναι η καταστολή, αλλά η πρόληψη.

Με αφορμή τα δύο αυτά «επώνυμα» πρόσωπα, τα οποία πέρασαν το κατώφλι των φυλακών κατηγορούμενοι για βιασμούς, πλέον έγινε κατανοητό ότι κανείς δεν είναι άτρωτος και ότι τελικά πάντα μέσω μίας τραγωδίας επέρχεται η «κάθαρσις». Επέρχεται όμως;

 

(*) Η «Άγρια Μέλισσα» είναι δικηγόρος-αρθρογράφος

Σελίδες