Το δεξαμενόπλοιο κατέπλευσε στη Ρόδο στις 30 Νοεμβρίου με επίσημη αιτιολογία την παραλαβή ανταλλακτικών. Κατόπιν εμπιστευτικού σήματος της Επιτελικής Υπηρεσίας Τελωνειακών Ελέγχων (ΕΥΤΕ), ωστόσο, έγινε έλεγχος στις δεξαμενές και στα φορτωτικά έγγραφά του και προέκυψαν σοβαρές ανακολουθίες. Αν και ο απόπλους του απαγορεύτηκε, λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 8ης Δεκεμβρίου το «Eirini 1» σήκωσε άγκυρα και με απενεργοποιημένο το σύστημα AIS κινήθηκε με ταχύτητα 9 κόμβων βορειοανατολικά προς τις ακτές της Τουρκίας. Έγινε αντιληπτό, όχι από το λιμενικό που είχε την ευθύνη για τη φύλαξή του αλλά από το στρατιωτικό παρατηρητήριο. Καταδιώχθηκε από σκάφος του λιμενικού, με το πλήρωμά του να κάνει χρήση βολών ακινητοποίησης, δίχως αποτέλεσμα. Για την υπόθεση ενημερώθηκε το υπουργείο Εξωτερικών, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, ενώ ο επικεφαλής της ΑΑΔΕ Γιώργος Πιτσιλής έκανε διάβημα προς τις τουρκικές αρχές ζητώντας τον εντοπισμό και τη δέσμευση του πλοίου.
Ερευνά για την υπόθεση πραγματοποίησε και η υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων, με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι το σχετικό πόρισμα έχει ήδη υποβληθεί στην εισαγγελία Πρωτοδικών Ρόδου. Σύμφωνα με πληροφορίες από τον έλεγχο στο πλοίο προέκυψαν ότι και οι 8 δεξαμενές φορτίου περιείχαν ποσότητα πετρελαίου μεγαλύτερη από το επιτρεπόμενο όριο, ενώ πετρέλαιο βρέθηκε και στις δεξαμενές έρματος. Επιπλέον, πλεονάζουσα ποσότητα πετρελαίου βρέθηκε και στις τέσσερις δεξαμενές ιδιοκατανάλωσης του πλοίου. Σύμφωνα με τα φορτωτικά έγγραφα που παρουσίασε στους ελεγκτές του τελωνείου ο καπετάνιος του «Eirini 1», η φόρτωση του πετρελαίου έγινε κοντά στην Πάλμα ντε Μαγιόρκα από το πλοίο Anuket Sapphire, το οποίο όμως ουδέποτε προσέγγισε την περιοχή του Γιβραλτάρ, καθώς δραστηριοποιείται αποκλειστικά στη Λατινική Αμερική.
Στο διάστημα πριν από τον κατάπλου του στη Ρόδο, το δεξαμενόπλοιο κινούνταν στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, πραγματοποιώντας πλόες στην Τουρκία, στην κατεχόμενη Κύπρο, στη Μάλτα, ενώ αρχές Νοεμβρίου φέρεται να ξεφόρτωσε το φορτίο πετρελαίου που είχε στις δεξαμενές του στο υπό σημαία Μάλτας πλοίο Santa Marina στη θαλάσσια περιοχή ανοικτά της Καλαμάτας. Οι τελωνειακές αρχές επισημαίνουν την ανάγκη για την υπόθεση να ενημερωθούν η Interpol, η Europol και η ευρωπαϊκή υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης (OLAF), οι οποίες διαθέτουν αρμοδιότητα και τεχνογνωσία για την περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης. Σύμφωνα με πληροφορίες του edolio5 τις επόμενες μέρες αναμένεται να ασκηθούν ποινικές διώξεις σε βάρος λιμενικών, που δεν είδαν να φεύγει το πλοίο ενώ είχαν την ευθύνη της φύλαξης του.