Η μητροκτονία ως έγκλημα έχει συνήθως βαθύτερες προεκτάσεις, που χάνονται μέσα στα παιδικά χρόνια του δράστη. Υπάρχουν όμως φορές που ο δράστης οδηγείται στο έγκλημα από ένα στιγμιαίο ξέσπασμα, λόγο έλλειψης αυτοκυριαρχίας, για ασήμαντη αφορμή, χαμένος στα σκοτεινά μονοπάτια του μυαλού του…
Μαζί μεν… αλλά
Το ζευγάρι των εκπαιδευτικών που ζούσε στην οδό Ιωνίας του Αγίου Κωνσταντίνου στο Αγρίνιο, ήταν μία ήσυχη οικογένεια, που αγωνιζόταν για να σπουδάσει τα δύο παιδιά της. Ο ένας, ήταν ήδη φοιτητής Ιατρικής στην Σουηδία, και ο μικρότερος έδινε Πανελλαδικές εξετάσεις για να καταφέρει να ανοίξει και αυτός τα φτερά του.
Παρ’ όλα αυτά ζούσαν τα τελευταία χρόνια το δικό τους δράμα.
Η κατάσταση του Βασίλη, του μικρότερου γιου τους, είχε επιφέρει κρίση στο ζευγάρι, που κατέληξε μεν να βρίσκεται σε διάσταση, να κοιμάται σε χωριστά δωμάτια, ωστόσο έμενε κάτω από την ίδια στέγη, προκειμένου να βοηθά το παιδί του. Μια μαρτυρική καθημερινότητα, που έμενε σφραγισμένη πίσω από τις κλειστές πόρτες του διαμερίσματος και δεν τη γνώριζε κανένας.
Η τηλεόραση…
Ο Βασίλης ήταν ένα 17χρονο παιδί με κλειστό χαρακτήρα, χωρίς έντονη κοινωνική ζωή, ή ιδιαίτερες παρέες, με κύριες ασχολίες του να είναι τα παιχνίδια στον υπολογιστή ή την τηλεόραση. Ήταν περίοδος πανελλαδικών εξετάσεων. Μία περίοδος όπου οι μαθητές ζούνε σε μία έντονα φορτισμένη περίοδο της ζωής τους, με τους γονείς να προσπαθούν να τους καθοδηγήσουν, ώστε να ανταποκριθούν σε αυτή την πίεση, ασκώντας μερικές φορές, ίσως ακόμη μεγαλύτερη πίεση.
Ο Βασίλης βίωνε έντονα αυτή την πίεση των εξετάσεων, σε τέτοιο βαθμό που πριν από δύο μέρες, στο μάθημα των Μαθηματικών, είχε λιποθυμικό επεισόδιο.
Ήταν 22 Μαΐου 2013 ξημερώματα, λίγες ώρες πριν ο Βασίλης μπει για μία ακόμη φορά στην αίθουσα για να γράψει, και από το άγχος δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Καθόταν στο σαλόνι, έβλεπε τηλεόραση και καθάριζε φρούτα. Ξαφνικά η 51χρονη μητέρα του, εκπαιδευτικός στο επάγγελμα, που είχε ξυπνήσει τυχαία, του έκανε παρατήρηση να κλείσει την τηλεόραση και να πέσει για ύπνο, για να ξεκουραστεί.
Όταν Βασίλης, άκουσε την παρατήρηση σηκώθηκε από τη θέση του και πήγε στην κουζίνα. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα επέστρεψε με ένα κουζινομάχαιρο στα χέρια. Πριν προλάβει η γυναίκα να απομακρυνθεί, ο 17χρονος Βασίλης την πλησίασε και την μαχαίρωσε 3 φορές στο στήθος, τον αντίχειρα και την ωμοπλάτη. Η δύσμοιρη γυναίκα χωρίς να προλάβει να αντιδράσει σωριάστηκε αιμόφυρτη στο πάτωμα.
Χαμένος στον κόσμο του
Ο πατέρας του 17χρονου ξύπνησε έντρομος από τις φωνές και παρ’ όλο το σοκ του, κάλεσε αμέσως το ΕΚΑΒ, όμως η δύστυχη γυναίκα ξεψύχησε κατά την μεταφορά, πριν προλάβει το ασθενοφόρο να φτάσει στο νοσοκομείο. Στην συνέχεια μπήκε στο δωμάτιο του γιου του μαζί με τους Αστυνομικούς οι οποίοι είχαν ήδη φτάσει, ειδοποιημένοι από τους γείτονες.
Ο17χρονος Βασίλης καθόταν μέσα στο δωμάτιο του χαμένος, βυθισμένος στα σκοτεινά μονοπάτια του μυαλού του, χωρίς να έχει αντιληφθεί ακόμη τι έχει διαπράξει. Χωρίς να προβάλλει καμία αντίσταση, άπλωσε τα χέρια του, για να του περάσουν οι αστυνομικοί τις χειροπέδες.
Ο Βασίλης μεταφέρθηκε στην αστυνομική διεύθυνση Ακαρνανίας, όπου κρατήθηκε μέχρι να οδηγηθεί στον αρμόδιο Εισαγγελέα Αγρινίου να απολογηθεί. Μετά την μεταφορά του, άρχισε σταδιακά να συνειδητοποιεί τι έκανε και ανά τακτά χρονικά διαστήματα ξεσπούσε σε λυγμούς. Δεν ήθελε να δει και να μιλήσει σε κανέναν.
Ο τραγικός πατέρας βρισκόμενος ο ίδιος σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, επισκέφθηκε τον Βασίλη στα κρατητήρια της Α/Δ Ακαρνανίας, και απαίτησε την παρουσία του ψυχολόγου για τον 17χρονο.
Στον εισαγγελέα
Στις 27 Μαΐου ο 17χρονος Βασίλης σε πολύ κακή ψυχολογική κατάσταση, οδηγήθηκε στον εισαγγελέα Αγρίνιου προκειμένου να απολογηθεί. Στην κατάθεση του, υποστήριξε ότι εκείνο το βράδυ ήταν στο σαλόνι του σπιτιού και έβλεπε μια ταινία θρίλερ.
«Η μητέρα μου ήρθε και μου είπε να κλείσω την τηλεόραση και να πάω να κοιμηθώ, γιατί ήταν αργά, λέγοντάς μου «τι θα γράψεις αύριο;». Εγώ της απάντησα ότι θα πάω για ύπνο, μόλις τελειώσει η ταινία. Η παρότρυνσή της όμως με εκνεύρισε. Τότε εγώ, με ένα μαχαίρι που κρατούσα στα χέρια μου και έτρωγα καρπούζι, της επιτέθηκα και αυτή φοβήθηκε και έτρεξε προς το χολ» ανέφερε στην ανακρίτρια.
«Την πρόλαβα και την έπιασα από τον ώμο με το αριστερό μου χέρι και με το μαχαίρι που κρατούσα στο δεξί, τη μαχαίρωσα στο στήθος δύο φορές. Ο πατέρας μου ξύπνησε και ήρθε στο χολ, αλλά δεν είδε τι είχε συμβεί, ούτε το μαχαίρι γιατί εγώ το είχα πάει στην κουζίνα στη θήκη για τα μαχαίρια».
Η ανακρίτρια μετά την ολοκλήρωση της ανάκρισης, βλέποντας την κατάσταση του νεαρού, αποφάσισε πως ο 17χρονος χρίζει ψυχιατρικής παρακολούθησης και όχι προφυλάκισης, όμως ο Εισαγγελέας έκρινε πως πρέπει να προφυλακιστεί.
Λόγο της διαφωνίας της ανακρίτριας και του εισαγγελέα ο νόμος ορίζει σε τέτοιες περιπτώσεις, πώς η οριστική απόφαση για τις συνθήκες κράτησης αποφασίζει το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών. Μέχρι τότε ο17χρονος θα συνέχισε να κρατείται στα κρατητήρια του Β’ Αστυνομικού Τμήματος του Αγρινίου. Τελικά στις 28 Μαΐου το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, αποφάσισε την προφυλάκιση του στις φυλακές ανηλίκων Αυλώνας.
Ο Βασίλης παρέμεινε προφυλακισμένος στο Ψυχιατρείο του Κορυδαλλού, μέχρι τις 9 Οκτωβρίου 2013 που αποφυλακίστηκε με περιοριστικούς όρους. Όμως την ίδια ημέρα μπήκε στο Δημόσιο Ψυχιατρείο Αθηνών στο Δαφνί, καθώς κρίθηκε ότι είναι επικίνδυνος για τον εαυτό του και το περιβάλλον του. Τη θεραπεία του Βασίλη ανέλαβε η διευθύντρια της 6ης Ψυχιατρικής Κλινικής κυρία Μαραγκουδάκη.
«Όχι εγώ, ο πατέρας»
Δεκαπέντε μήνες αργότερα, η ψυχίατρος και διευθύντρια της 6ης Ψυχιατρικής Κλινικής κ. Ελένη Μαραγκουδάκη κατέθεσε ενόρκως στην ανακρίτρια Αγρινίου ότι ο 17χρονος Βασίλης «ανασκεύασε» ουσιαστικά την ομολογία του, ισχυριζόμενος ότι ο πατέρας του διέπραξε τον φόνο, και του ζήτησε να αναλάβει την ευθύνη, καθώς θα παρέμενε ατιμώρητος.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, ο Βασίλης νοσηλευόμενος στο ψυχιατρείο άλλαξε στάση και, ενώ αρχικά είχε ομολογήσει στους αστυνομικούς ότι «πήρε με το κουζινομάχαιρο τη ζωή της μητέρας του, επειδή του είχε κάνει παρατήρηση», αποκάλυψε ότι «ο πατέρας του, του ζήτησε να πει ότι διέπραξε το έγκλημα εναντίον της μητέρας του, διότι θα πήγαινε για λίγο καιρό στη φυλακή, ενώ εκείνος θα καθόταν για πολλά χρόνια».
Η κατάθεση της ψυχιάτρου έδωσε νέα τροπή στην υπόθεση, καθώς ξεκίνησε νέα έρευνα, ώστε να διαπιστωθεί αν έχουν δόση αληθείας τα όσα αποκάλυψε ο 19χρονος Βασίλης. Την κίνηση της ψυχιάτρου, υποστήριξε και συγγενικό πρόσωπο της θανούσας, η οποία μάλιστα κατέθεσε και σχετικό υπόμνημα στην ανακρίτρια ζητώντας την ποινική δίωξη του πατέρα.
Μήνυση στην ψυχίατρο
Επακόλουθο της ενέργειας της ψυχιάτρου, ήταν η ακολουθία μπαράζ δημοσιευμάτων από μία μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ, τα οποία βομβάρδιζαν την κοινή γνώμη με διάφορες αναπόδεικτες θεωρίες, τα οποία προκάλεσαν την αντίδραση του πατέρα του νεαρού Βασίλη, η οποίος κινήθηκε νομικά για να προστατευθεί από την σπίλωση.
Ο πατέρας του Βασίλη με μία μακροσκελή επιστολή του που δόθηκε στην δημοσιότητα, έκανε γνωστό ότι υπέβαλλε μήνυση σε βάρος της ψυχιάτρου, καθώς όλα όσα ανέφερε στην κατάθεση της ήταν ψευδή.
Στρεφόμενος εναντίον της, ανέφερε ότι σκοπίμως απέκρυψε από την Ανακρίτρια ότι ο νεαρός έπασχε από σχιζοφρένεια, της οποίας βασικό σύμπτωμα είναι οι παραληρητικές ιδέες και ότι τα όσα ισχυρίζεται, ενδέχεται να είναι προϊόν της διαταραγμένης υγείας του. Παράλληλα θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Βασίλης αρνήθηκε ότι της είπε τα παραπάνω.
Η δικαίωση
Στις 19 Μαΐου 2016, σχεδόν τρία χρόνια μετά την δολοφονία της 51χρονης εκπαιδευτικού, ήρθε η πλήρης δικαίωση για τον πατέρα του Βασίλη. Σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αγρινίου απορρίφθηκαν όλα όσα υποστήριζε η ψυχίατρος κ. Μαραγκουδάκη στην κατάθεση της, αλλά και η θεία του παιδιού.
Στην απόφαση γίνεται λόγος για «μυθιστορηματικού τύπου αιτιάσεις» και πλήρη ανυπαρξία στοιχείων που δικαιώνουν απόλυτα τον πατέρα που, ούτε λίγο ούτε πολύ, κατηγορήθηκε ότι είχε προσπαθήσει να φορτώσει στον 17χρονο έγκλημα που υποτίθεται είχε διαπράξει ο ίδιος.
Η Δίκη
Στις 4 Απριλίου 2017 ξεκίνησε μία μαραθώνια ακροαματική διαδικασία στο Τριμελές Δικαστήριο Ανηλίκων Αγρινίου, με τον Βασίλη να κάθεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου, για την δολοφονία της μητέρας του. Όπως προέκυψε από τις καταθέσεις των ψυχιάτρων που τον εξέτασαν, ο ανήλικος έπασχε από σχιζοφρένεια, ηβηφρενικού τύπου, η οποία δεν έτυχε της δέουσας ιατρικής περίθαλψης και φαρμακευτικής αγωγής.
Πριν το μοιραίο συμβάν ο ανήλικος λάμβανε ένα φάρμακο, το melocin, το οποίο ήταν επικίνδυνο για τον ίδιο, όπως αποφάνθηκαν οι ψυχίατροι που εκ των υστέρων ασχολήθηκαν με την περίπτωση του. Κι αυτό γιατί του προκαλούσε υπερδιέγερση και βίαια ξεσπάσματα, συμπτώματα, τα οποία οδήγησαν στη βίαιη αντίδρασή του στην προτροπή της μητέρας του να κλείσει την τηλεόραση, με την μοιραία κατάληξη.
Ο Εισαγγελέας πρότεινε την αθώωση του, ενώ από την άλλη πλευρά η αδελφή του θύματος ως πολιτικώς ενάγουσα ζητούσε, την καταδίκη του για το θάνατο της μητέρας του, κάνοντας στροφή 180 μοιρών από την προηγούμενη θέση της, που θεωρούσε δράστη τον πατέρα του ανηλίκου.
Το δικαστήριο έκανε δεκτό το σχετικό ισχυρισμό της υπεράσπισης, σύμφωνα με τον οποίο η εγκληματική συμπεριφορά του ανηλίκου απέναντι στη μητέρα του ήταν αποτέλεσμα του ακατάλληλου ψυχιατρικού φαρμάκου.
Η διαδικασία χαρακτηρίστηκε από νομικούς πρωτοφανής, όμως τελικά ο 21χρονος πλέον Βασίλης, αθωώθηκε λόγω ακαταλόγιστου, εξαιτίας της ψυχικής νόσου με την οποία έχει διαγνωστεί ότι πάσχει.
Μάλιστα για πρώτη φορά στα ελληνικά δικαστικά χρονικά δεν διατάχθηκε ο αόριστος εγκλεισμός σε ψυχιατρείο του δράστη ανθρωποκτονίας, που απαλλάχθηκε λόγω ελλείψεως καταλογισμού εξ αιτίας ψυχιατρικής νόσου.
Πλέον ο Βασίλης ήταν ελεύθερος να ζήσει μαζί με τον πατέρα του, αφού το Δικαστήριο έκρινε πως δεν ήταν επικίνδυνος, ενώ θα επιβλεπόταν από ψυχίατρο, ώστε να παρακολουθείται η εξέλιξη της νόσου του και η πορεία της ψυχικής του υγείας.
Η σύνταξη της μητέρας
Ο Βασίλης, ενώ η υπόθεση βρισκόταν στην Ανακρίτρια, ζήτησε να του χορηγηθεί σύνταξη από τη θανούσα μητέρα του, κάτι το οποίο αρνήθηκε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, κρίνοντας ότι δεν τη δικαιούται γιατί ήταν εκείνος που τη θανάτωσε.
Προσέφυγε στο Ελεγκτικό Συνέδριο προσβάλλοντας την άρνηση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ισχυριζόμενος ότι η άρνησή του Γενικού Λογιστηρίου ήταν παράνομη καθώς ο νόμος δεν προέβλεπε ρητά απαγόρευση απονομής συντάξεως στην περίπτωση του, καθώς εκκρεμούσε η ποινική δίκη, όπου αιτιολογημένα θα προέβαλε λόγους άρσης του καταλογισμού που συνέτρεχαν στο πρόσωπό του, οι οποίοι θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αθώωσή του.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο, με την υπ’ αριθμό 2076/2018 απόφαση-σταθμό για την προστασία των δικαιωμάτων των ανηλίκων, αφού ανέλυσε τις διατάξεις του Συντάγματος και των διεθνών συμβάσεων που προστατεύουν τα δικαιώματα του παιδιού στο 56σέλιδο σκεπτικό του, έκρινε ότι η άρνηση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ήταν παράνομη διότι δεν υφίσταται διάταξη νόμου που να προβλέπει τη στέρηση της σύνταξης στην περίπτωση θανάτωσης της μητέρας από το τέκνο.
Αναλύοντας τη συνταγματική προστασία της παιδικής ηλικίας και της αξίας του παιδιού και των σχετικών ρυθμίσεων της Διεθνούς Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, αλλά και της συνταγματικής κατοχύρωσης των περιουσιακών δικαιωμάτων, κατέληξε ότι με τη στέρηση της σύνταξης παραβιάστηκαν όλες αυτές οι διατάξεις.
Ταυτόχρονα το Ε.Σ. έκρινε ότι στην περίπτωση αυτή παραβιάστηκε το τεκμήριο της αθωότητας και οι διατάξεις που απαγορεύουν την διπλή καταδίκη κάποιου για το ίδιο αδίκημα καθώς κατ’ ουσίαν επιβλήθηκε ποινή χωρίς απόφαση ποινικού δικαστηρίου.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε πως παραβιάστηκε το δικαίωμα στην οικογενειακή ζωή, με την μορφή των οικονομικών ωφελημάτων που συνδέονται με την προστασία της οικογένειας από το Κράτος, καθώς και του δικαιώματος στην περιουσία, ως στέρηση των σχετικών οικονομικών ωφελημάτων του νεαρού μητροκτόνου.
Στις 08 Απριλίου 2019 το Ελεγκτικό Συνέδριο έλαβε μία πρωτόγνωρη απόφαση για τα Ελληνικά δικαστικά χρονικά αναγνωρίζοντας στον Βασίλη, το δικαίωμα να λαμβάνει σύνταξη από τη μητέρα του.